Ο Αμερικανός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν σημείωσε χθες Κυριακή πως αντάλλαξε απόψεις με τον Κινέζο Πρωθυπουργό Λι Τσιανγκ στο περιθώριο της συνόδου της G20 στο Νέο Δελχί.
Όπως αναμενόταν, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν ταξίδεψε στην Ινδία και τη χώρα του αντιπροσώπευσε στη σύνοδο ο Πρωθυπουργός Λι.
«Συναντήθηκα με τον νούμερο δύοστην Ινδία», είπε χθες ο κ. Μπάιντεν κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Ανόι, την πρωτεύουσα του Βιετνάμ.
Η τελευταία συνάντηση διά ζώσης των Προέδρων των δυο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου έγινε στο περιθώριο της περυσινής συνόδου της G20, στο Μπαλί της Ινδονησίας.
Ο κ. Μπάιντεν έκρινε πως ο κ. Σι «έχει γεμάτα τα χέρια αυτή τη στιγμή. Έχει φοβερή ανεργία στη νεολαία του. Προσπαθεί να το αντιμετωπίσει, υποψιάζομαι, όπως θα έκανα κι εγώ, θα προσπαθούσα να καταλήξω σε συμπέρασμα για το τι να κάνω για την ιδιαίτερη κρίση που αντιμετωπίζουν τώρα».
«Πάντως δεν νομίζω πως πρόκειται για κρίση που έχει σχέση με σύγκρουση ανάμεσα στην Κίνα και στις ΗΠΑ», συνέχισε.
Ερωτηθείς εάν τα οικονομικά προβλήματα της Κίνας θα οδηγήσουν το Πεκίνο να εισβάλλει στην Ταϊβάν, ο κ. Μπάιντεν είπε πως πιστεύει ότι ισχύει «το αντίθετο».
«Δεν νομίζω» ότι η επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας «θα προκαλέσει εισβολή της Κίνας στην Ταϊβάν. Στην πραγματικότητα, το αντίθετο πιθανόν δεν έχει την ίδια δυναμικότητα που είχε πριν».
Ο Αμερικανός Πρόεδρος υποστήριξε πως η Ουάσιγκτον δεν θέλει «να βλάψει την Κίνα, ειλικρινά», ούτε «να την περιορίσει». «Όλοι πάμε καλύτερα αν η Κίνα τα πάει καλά. Αν η Κίνα τα πάει καλά τηρώντας τους διεθνείς κανόνες», συμπλήρωσε.
Ο κ. Μπάιντεν πήγε μολαταύτα στο Ανόι μετά τη σύνοδο στην Ινδία στο πλαίσιο της προσπάθειας της Κυβέρνησής του να ενισχύσει τις σχέσεις με το Βιετνάμ, προκειμένου να μειωθεί η επιρροή του Πεκίνου στην περιοχή.
Στο Ανόι έδωσε την πρώτη του πραγματική συνέντευξη Τύπου για όσα διαμείφθηκαν στην G20, καθώς στο Νέο Δελχί δεν απάντησε σε ερωτήσεις δημοσιογράφων.
Η σχέση ΗΠΑ-Κίνας παραμένει τεταμένη για διάφορα ζητήματα: από τον ανταγωνισμό στο πεδίο της οικονομίας, το εμπόριο, ως τη μεταχείριση της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουιγούρων στην Κίνα και τις διεκδικήσεις του Πεκίνου στη Νότια Σινική Θάλασσα.