Δρ. Αθηνά Γεωργίου Σιήππη*
Πριν από δύο δεκαετίες, ο Robert M. Pyle εισήγαγε τον όρο «extinction of experience» (η εξαφάνιση της εμπειρίας), για να αναδείξει την συνεχιζόμενη αποξένωση από το φυσικό περιβάλλον και την προοδευτική απώλεια των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου-φύσης. Ο όρος «extinction of experience» (η εξαφάνιση της εμπειρίας), μπορεί να αποδειχθεί ως μια από τις βασικές περιβαλλοντικές έννοιες της εποχής μας.
Η επαφή με τη φύση περιλαμβάνει μια σειρά από πολυδιάστατα οφέλη, όπως η εφαρμογή πολιτικών και δράσεων που να ενθαρρύνουν την προστασία της βιοποικιλότητας και του περιβάλλοντος, ενώ η απώλειά της επαφής με τη φύση, μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση της δημόσιας υγείας και ευημερίας.
Οι άνθρωποι ανέκαθεν ήμασταν σε επαφή με το φυσικό περιβάλλον, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια παγκόσμια τάση μείωσης των αλληλεπιδράσεων μας με το φυσικό περιβάλλον. Αυτή η τάση δεν περιλαμβάνει μόνο την απώλεια της επαφής μας με την άγρια/παρθένα φύση, αλλά και τις αλλαγές στη φύση των ίδιων των δραστηριοτήτων και των εμπειριών μας με αυτή.
Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανθρώπου-φύσης αφορούν την άμεση αισθητηριακή επαφή του ανθρώπου με άλλους οργανισμούς στον ίδιο φυσικό χώρο ή σε κοντινή απόσταση. Οι αλληλεπιδράσεις αυτές, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, δραστηριότητες όπως, περπάτημα σε περιοχές άγριας φύσης, επίσκεψη σε αστικά πάρκα, άκουσμα κελαηδήματος πουλιών, συλλογή λουλουδιών ή εντόμων, καθώς και την παρατήρηση της φύσης από το παράθυρο. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η επαφή με τη φύση εκτείνεται σε ένα φάσμα άμεσων εμπειριών και αντιπροσωπευτικών εμπειριών. Οι αντιπροσωπευτικές εμπειρίες χαρακτηρίζονται από την απουσία αισθητηριακής επαφής και σχετίζονται με αλληλεπιδράσεις μέσω έντυπων μέσων, τηλεόρασης, ταινιών, βίντεο και μέσω διαδικτύου. Οι αντιπροσωπευτικές εμπειρίες υποδηλώνουν την ενδεχόμενη μεταμόρφωση των εμπειριών της φύσης, παρά την καθ’ αυτό μείωσή τους. Ωστόσο, παρόλο που οι αντιπροσωπευτικές εμπειρίες μπορεί να περιλαμβάνουν οφέλη, συνήθως δεν είναι τα ίδια με αυτά που προκύπτουν από την άμεση επαφή με την φύση (άμεσες εμπειρίες).
Αν και είναι δύσκολο να εντοπιστεί το τι ακριβώς οδηγεί στην παρακμή των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου-φύσης, οι πιθανές εξηγήσεις περιλαμβάνουν, την αύξηση του πληθυσμού και την αστικοποίηση, την τεχνολογική πρόοδο και τις καθιστικές δραστηριότητες διασκέδασης (π.χ. τηλεόραση και βιντεοπαιχνίδια). Η απώλεια των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου-φύσης πηγάζει από την μείωση ευκαιριών για εμπειρίες στην ίδια την φύση. Αυτή η μείωση ευκαιριών που παρατηρείται σχετίζεται με (α) το υψηλό και αυξανόμενο ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού που ζει σε αστικές περιοχές (οι οποίες συνήθως περιλαμβάνουν χώρους που αποτελούνται κυρίως από τεχνητά υλικά), (β) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι όσοι ζουν σε περιοχές με λιγότερο φυσικό περιβάλλον ή/και που είναι μακριά από αυτό, αλληλοεπιδρούν με αυτό λιγότερο συχνά, και (γ) την μείωση της βιοποικιλότητας, την υποβάθμιση και την καταστροφή της τοπικής χλωρίδας, πανίδας και οικοτόπων.
Γιατί όμως είναι σημαντικές οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ ανθρώπου-φύσης;
Οι άνθρωποι πάντα ήμασταν στενά συνδεδεμένοι με το φυσικό περιβάλλον, ενώ παράλληλα επωφελούμασταν σημαντικά από αυτό. Σύμφωνα με τη θεωρία της «Βιοφιλίας» οι άνθρωποι έχουν μια έμφυτη (πρωτόγονη) τάση να αναζητούν συνδέσεις με τον φυσικό κόσμο. Υπάρχουν ουσιαστικά και αδιαμφισβήτητα στοιχεία για τις θετικές επιπτώσεις της επαφής με τη φύση στην ανθρώπινη υγεία και ευημερία. Συγκεκριμένα, στοιχεία έχουν δείξει ότι η επαφή με τη φύση προσφέρει μια σειρά από ψυχολογικά, γνωστικά, φυσιολογικά και κοινωνικά οφέλη. Για παράδειγμα, το να περνάς χρόνο στη φύση, μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση της ψυχικής υγείας μέσω της μείωσης του στρες, του άγχους, του θυμού, αλλά και της σωματικής υγείας μέσω της μείωσης της κόπωσης, της αρτηριακής πίεσης, του καρδιακού ρυθμού και βελτίωσης του ανοσοποιητικού συστήματος. Παράλληλα, στοιχεία έχουν δείξει ότι η τακτική επαφή με τη φύση είναι απαραίτητη για την κοινωνική, συναισθηματική, γνωσιακή και κινητική ανάπτυξη ενός παιδιού.
Έχει υποστηριχθεί ότι η απώλεια της επαφής και εμπειριών με τη φύση μπορεί να οδηγήσει σε πιθανή μείωση της συναισθηματικής στοργής και του ενδιαφέροντος για αυτή. Στοιχεία έχουν δείξει ότι η ελαχιστοποίηση των αλληλεπιδράσεων με τη φύση μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των φίλο-περιβαλλοντικών στάσεων και συμπεριφορών, να επηρεάσει τις αξίες και τις πεποιθήσεις μας για το φυσικό περιβάλλον, καθώς και την προθυμία για την προστασία του.
Για παράδειγμα, ορισμένες μελέτες έδειξαν συσχέτιση μεταξύ της περιοχής που μεγάλωσε κάποιος (π.χ. αστικές και αγροτικές περιοχές) και της συναισθηματικής τους σύνδεσης με τη φύση. Άλλες μελέτες ανέφεραν ότι η έκθεση και η άμεση επαφή με τη φύση, μπορούν να μειώσουν τη «Βιοφοβία» (δηλαδή τον φόβο και την αποστροφή προς τη φύση). Επιπλέον, ορισμένοι μελετητές έδειξαν ότι η συμμετοχή σε διάφορες δραστηριότητες στην φύση ενδέχεται να επιφέρει θετική επιρροή σε ένα σύνολο φίλο-περιβαλλοντικών συμπεριφορών. Επίσης, ορισμένοι ερευνητές έδειξαν ότι η συμμετοχή ενός παιδιού σε δραστηριότητες στη φύση ενισχύει τις περιβαλλοντικές στάσεις, τις γνώσεις, και την προθυμία του να επιδείξει, αλλά και να προβεί σε φίλο-περιβαλλοντικές συμπεριφορές (τόσο ως παιδί όσο και ως ενήλικας). Η επαφή με την φύση μπορεί να επιφέρει τόσο την άμεση όσο και την έμμεση επίδραση (μέσω περιβαλλοντικών στάσεων) στις φίλο-περιβαλλοντικές συμπεριφορές των ανθρώπων.
Ορισμένοι ερευνητές υποδεικνύουν την ύπαρξη μιας πορείας ανάδρασης, κατά την οποία η απώλεια της αλληλεπίδρασης μεταξύ ανθρώπου-φύσης, οδηγεί σε περαιτέρω δυσαρέσκεια και απάθεια προς το φυσικό περιβάλλον, λόγω της απώλειας του προσανατολισμού προς τη φύση και των ευκαιριών για ανάπτυξη εμπειριών σε αυτή. Ιδιαίτερα, η απώλεια της συναισθηματικής στοργής και του ενδιαφέροντος για τη φύση, ενδεχομένως να αποθαρρύνει την μελλοντική επαφή ενός ατόμου με το φυσικό περιβάλλον και την επιθυμία για την προστασία του. Η συναισθηματική στοργή των παιδιών προς τη φύση, ενδεχομένως να επηρεάζεται από αυτή της οικογένειας, των δασκάλων και των συνομηλίκων τους.
Ο όρος λοιπόν «extinction of experience» (η εξαφάνιση της εμπειρίας) μπορεί ταυτόχρονα να θεωρηθεί ως ένα μείζων ζήτημα δημόσιας υγείας και ως ένα από τα πιο θεμελιώδη εμπόδια για την αντιμετώπιση των υφιστάμενων και μελλοντικών περιβαλλοντικών προκλήσεων. Είναι επομένως εξαιρετικά σημαντικό, όχι μόνο να περιοριστεί η απώλεια των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου-φύσης, αλλά και να αντιστραφεί αυτή τάση μέσω μιας πιο στενής επαφής με το φυσικό περιβάλλον.
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το «extinction of experience» (εξαφάνιση της εμπειρίας);
Η μείωση της προοδευτικής απώλειας των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ανθρώπου-φύσης και η επανασύνδεση τους με αυτή, μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ενίσχυσης των ευκαιριών για άμεσες εμπειρίες και επαφή με τη φύση. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την παροχή περισσότερων αστικών πράσινων υποδομών. Οι χώροι πρασίνου δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αναγκαιότητα και πρέπει να είναι εύκολα προσβάσιμοι (π.χ. με τα πόδια ή με ποδήλατο και για διαφορετικές δημογραφικές και κοινωνικές ομάδες). Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (World Health Organisation) συνιστά, πως οι κάτοικοι αστικών περιοχών πρέπει να έχουν πρόσβαση σε δημόσιο χώρο πρασίνου έκτασης τουλάχιστον 0,5 – 1 εκτάριων, σε απόσταση 300 μέτρων από το σπίτι τους, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο το Πρότυπο «Accessible Natural Greenspace Standard» ορίζει ότι κανένα άτομο δεν πρέπει να βρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη από 300 μέτρα από τον πλησιέστερο φυσικό χώρο πρασίνου έκτασης τουλάχιστον 2 εκταρίων.
Εκτός από την αύξηση των ευκαιριών, παράλληλα, θα πρέπει να ενισχυθούν και τα στοιχεία προσανατολισμού. Συγκεκριμένα, στοιχεία έδειξαν ότι ο προσανατολισμός των ατόμων ενθαρρύνεται από το τακτικό υπαίθριο παιχνίδι κατά την παιδική ηλικία, και ως εκ τούτου οι γονείς συνιστάται να ενθαρρύνουν τα παιδιά τους να περνούν περισσότερο χρόνο σε εξωτερικούς χώρους και ιδιαίτερα σε αδόμητο και ελεύθερα επιλεγμένο παιχνίδι. Όσον αφορά τις εμπειρίες ενηλικίωσης, έχει προταθεί ότι η πράσινη επαγγελματική κατάρτιση μπορεί να ενισχύσει τις φίλο-περιβαλλοντικές στάσεις και συμπεριφορές των νέων ενηλίκων. Αυτά υποδηλώνουν την ανάγκη για ευρύτερες περιβαλλοντικές αλλαγές και αλλαγές πολιτικής (π.χ., εκστρατείες κοινωνικού μάρκετινγκ, εκπαιδευτικά προγράμματα και προγράμματα προβολής (outreach programs)).
Είναι σημαντικό τόσο οι ερευνητές όσο και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής καθώς και οι τοπικοί ηγέτες να εστιάσουν περεταίρω προσοχή στη μείωση του «extinction of experience» (εξαφάνιση της εμπειρίας), και στην επανασύνδεση των ανθρώπων με τη φύση. Αυτή η επανασύνδεση με το φυσικό περιβάλλον μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επίτευξη όχι μόνο μιας υγιούς κοινωνίας αλλά και στην αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προκλήσεων που απειλούν τόσο την υφιστάμενη και μελλοντική ευημερία τόσο του ανθρώπινου είδους, όσο και ολόκληρου του πλανήτη.
*Εμπειρογνώμονας Περιβάλλοντος, ΚΥΚΛΟΙΚΟΔΡΟΜΙΟ