Κώστας Μαυρίδης*
Την 1η Μαΐου συμπληρώθηκαν 19 χρόνια από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Επιπλέον, η 9η Μαΐου είναι η ημέρα της Ευρώπης. Για την ένταξη εργάστηκαν διάφορες κυβερνήσεις και πρόσωπα σε Λευκωσία και Αθήνα, αλλά την καθοριστική απόφαση έλαβε ο κυπριακός ελληνισμός απορρίπτοντας το Σχέδιο Ανάν συντριπτικά σε δημοψήφισμα (24/4/2004), εντάσσοντας την Κυπριακή Δημοκρατία στην ΕΕ μια εβδομάδα αργότερα. Σήμερα, με «ενηλικιωμένη» την Ευρωπαϊκή Κυπριακή Δημοκρατία ανάμεσα στις δύο επετείους (1η και 9η Μαΐου), διακρίνονται στην κυπριακή κοινωνία τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις προς την ΕΕ.
Οι αντιευρωπαίοι επιζητούν διάλυση τής ΕΕ, την οποίαν θεωρούν συνωμοτικό όργανο των τραπεζιτών, των σιωνιστών, του καπιταλισμού … για υποδούλωση των λαών. Η συχνή επικράτηση στρατηγικών συμφερόντων, που εύλογα συμβαίνει σε ένα πολυεθνικό οργανισμό, είναι το «τεκμήριο» όσων ζητούν έξοδό μας από την ΕΕ και διάλυσή της. Φυσικά, έξοδος της Κύπρου δεν θα διέλυε την ΕΕ, αλλά θα … ανακούφιζε πολλούς εντός που θα απαλλάσσονταν από ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα, και θα χαροποιούσε ιδιαιτέρως την Τουρκία.
Οι ευρωλάγνοι είναι «πρόθυμοι υπάκουοι» στις αποφάσεις των Βρυξελλών, ως η Κύπρος να μην έχει ρόλο παρέμβασης, παρόλο ισότιμο κράτος-μέλος. Για παράδειγμα, την επιβολή του βάναυσου κουρέματος τραπεζικών καταθέσεων, οι εγχώριοι ευρωλάγνοι την έκριναν ορθή λόγω δικής μας «ανυπακοής». Χαρακτηριστικά, ενώ οι κυπριακές τράπεζες κατέρρεαν υπό το βάρος σωρείας ατασθαλιών τους και παραβιάσεις Ευρωπαϊκής νομοθεσίας καταπλακώνοντας την οικονομία και κοινωνία, ο τότε Πρόεδρος του μεγαλύτερου κόμματος εγκωμίαζε τις κυπριακές τράπεζες για «τους καλύτερες τραπεζίτες στον κόσμο», μαζί με ακατάσχετο κούφιο ευρωπαϊσμό. Άλλωστε, υπάρχουν τρανταχτά παραδείγματα εγχώριων αξιωματούχων (Προέδρου, Υπουργών, Επιτρόπων κ.ά.) που χρησιμοποίησαν την ΕΕ ως χώρο αρπαχτής (πώληση διαβατηρίων σε απατεώνες, απόκρυψη στοιχείων για το ΦΠΑ κ.ά.) ή ατομικής ανέλιξης. Η «υπακοή» εξαργυρώνεται με εγκωμιαστικά σχόλια από τις Βρυξέλλες τα οποία προβάλλονται στην εγχώρια κοινή γνώμη ως καταξίωση κι άλλοτε οι «πρόθυμοι υπάκουοι» ανταμείβονται με διορισμό στο «βαθύ κράτος» των Βρυξελλών.
Οι ευρωπαϊστές πιστεύουν στις αξίες της ΕΕ όπως είναι διατυπωμένες στις Συνθήκες της, αντιμετωπίζοντας τις πολιτικές της με ορθολογισμό και κριτική με σκοπό τη βελτίωση της κοινής μας ευρωπαϊκής στέγης. Επιπλέον, η παρουσία της Κύπρου στην ΕΕ εξυπηρετεί τα δίκαια συμφέροντά μας που βασίζονται στο κορυφαίο και υποχρεωτικό κράτος δικαίου της ΕΕ, που θα πρέπει καταναγκαστικά να επικρατεί σε ένα επανενωμένο κράτος. Πρόκειται για πανίσχυρο επιχείρημα, ιδιαίτερα προς τους Τουρκοκύπριους, αφού το κράτος δικαίου της ΕΕ προστατεύει κάθε ευρωπαίο πολίτη και κοινότητα ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή γλώσσας.
Πάντως, δείγμα της «πλαδαρότητας» των κυπριακών κυβερνήσεων αφορά στο μεταναστευτικό. Η υβριδική επίθεση της Τουρκίας εναντίον της Κύπρου έπρεπε να αντιμετωπίζεται με ανάλογες πολιτικές π.χ. αντικατάσταση του επιδόματος σε είδος και για όποιον εισέρχεται παράνομα (στα κατεχόμενα από Τουρκία), να μην ισχύει το πλαίσιο κανόνων προστασίας. Έτσι το «μήνυμα» θα μεταδιδόταν αστραπιαία κι αποτρεπτικά από τα ίδια τα θύματα της τουρκικής εργαλειοποίησης, αλλά η κυπριακή στάση περιορίστηκε σε … εκκλήσεις.
*Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D), Πρόεδρος Πολιτικής Επιτροπής για την Μεσόγειο