- Το κράτος οφείλει να βρει πραγματικές λύσεις
Το θέμα των εκποιήσεων ακινήτων, που είναι υποθηκευμένα για μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ήρθε και πάλι στην επικαιρότητα. Με την απόφαση για μη επέκταση της αναστολής των εκποιήσεων που έλαβε η πλειοψηφία της Βουλής (ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΔΗΠΑ και μη συμμετοχή της ΕΔΕΚ στην ψηφοφορία), ξέσπασε νέα αντιπαράθεση στο πολιτικό σκηνικό. Ήδη, το ΑΚΕΛ με δριμεία ανακοίνωση του επιτέθηκε στα άλλα κόμματα υποστηρίζοντας ότι «άφησαν έρμαιο χιλιάδες δανειολήπτες αντιμέτωπους στην αυθαιρεσία των τραπεζών και των εταιρειών εξαγοράς πιστώσεων».
Αναμφίβολα κανένας δεν θέλει και δεν επιθυμεί συνάνθρωποί μας να χάνουν τα ακίνητα και τις περιουσίες τους. Κανένας δεν είναι ευτυχής όταν βλέπει ανθρώπους να εκβιάζονται από τις τράπεζες για δάνεια που συνήψαν και σήμερα δεν μπορούν να τα εξυπηρετήσουν.
Από την άλλη πλευρά, το κράτος δεν μπορεί εσαεί να εμποδίζει τις τράπεζες από του να διεκδικήσουν το λαβείν τους από δάνεια τα οποία παραχώρησαν. Άλλωστε, μεταξύ των ακινήτων που οδηγούνται σε εκποίηση υπάρχουν αρκετά που ανήκουν σε στρατηγικούς κακοπληρωτές ή άτομα που σύναψαν δάνεια, ενώ γνώριζαν ότι αδυνατούν να τα εξυπηρετήσουν.
Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι οι εκποιήσεις, αλλά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Σ’ αυτό το θέμα θα πρέπει να εγκύψει το κράτος και τα κόμματα. Αν καταφέρουμε να βρούμε λύση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τότε θα φύγει από το προσκήνιο και το αγκάθι των εκποιήσεων.
Δυστυχώς, δέκα χρόνια μετά την οικονομική καταστροφή του 2013 και όσα ακολούθησαν, δεν καταφέραμε να ρυθμίσουμε το ζήτημα με τα «κόκκινα» δάνεια. Παρά τις πολλές νομοθεσίες που ψηφίστηκαν από τη Βουλή, παρά τις πολλές αποφάσεις, παρά τις αναδιαρθρώσεις δανείων, παρά το πλαίσιο αφερεγγυότητας και άλλα παρόμοια μέτρα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια είναι ενώπιον μας και υπονομεύουν τόσο το βιοτικό επίπεδο των δανειοληπτών, όσο και της οικονομίας γενικότερα. Μάλιστα, το ότι πολλά απ’ αυτά τα δάνεια μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στις εταιρείες διαχείρισης ακινήτων, δεν αλλάζει την ουσία για τους δανειολήπτες και την οικονομία.
Αν λοιπόν, θέλουμε να σταματήσει αυτή η ιστορία με την αναστολή ή όχι των εκποιήσεων από τη Βουλή, οφείλουμε να εγκύψουμε με μεγαλύτερη έμπνευση και αποφασιστικότητα στην πτυχή που αφορά το πως διαχειριζόμαστε τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η νέα κυβέρνηση, οφείλει να δει και να μελετήσει όλο το πλαίσιο μέτρων που λήφθηκαν μέχρι σήμερα και να πάρει επιπρόσθετες αποφάσεις. Σε συνεργασία με τη Βουλή και ίσως τις τράπεζες θα πρέπει να συζητήσει νέους τρόπους για διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Η νέα ρύθμιση για το σχέδιο Ενοίκιο έναντι Δόσης φαίνεται να αποτελεί κάποια διέξοδο, αλλά δεν επιλύει εντελώς το πρόβλημα. Απαιτούνται κι άλλες ρυθμίσεις, που θα βοηθήσουν τους δανειολήπτες να εξυπηρετήσουν τα δάνεια τους και τις τράπεζες να εισπράξουν το λαβείν τους. Το πρόβλημα αυτό υπάρχει και σε άλλες χώρες (π.χ. Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία) και ίσως είναι καλά να δούμε τι έκαναν και αυτές για περιορισμό του προβλήματος.
Γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις από τη στιγμή που κάποιοι έχασαν τα εισοδήματα τους ή άλλαξε η οικονομική κατάσταση τους και σήμερα αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Ακόμα, λόγω του αυξημένου πληθωρισμού, το πρόβλημα διευρύνθηκε για κάποια νοικοκυριά.
Το κράτος, λοιπόν, οφείλει να δει πως διαχειριζόμαστε αυτό το πρόβλημα και να σταματήσουμε να συζητούμε για αναστολή ή μη των εκποιήσεων. Οι εκποιήσεις «a priori»’ είναι κακή λύση και δεν αποτελούν το καταλληλότερο μέτρο θεραπείας. Όμως απαιτούνται και άλλες συμπληρωματικές ρυθμίσεις για να αντιμετωπίσουμε τις εκποιήσεις κι όχι η παρέμβαση της Βουλής. Επιβάλλεται η εξεύρεση πραγματικών και ουσιαστικών λύσεων για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που είναι η αιτία του προβλήματος.
Ι. Ιωσήφ