Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε ομόφωνα την έφεση του Μάριου Μαυρικίου (Εφεσείων/Αιτητής) κατά του ΡΙΚ (Εφεσίβλητων/Καθ’ων η αίτηση) και του Θέμη Θεμιστοκλέους (Ενδιαφερόμενου Μέρους) σε υπόθεση που αφορά στον διορισμό του κ. Θεμιστοκλέους στη μόνιμη θέση του Γενικού Διευθυντή του ΡΙΚ αντί του εφεσείοντα.
Όπως αναφέρει στην απόφαση, η Έφεση στρέφεται εναντίον της Απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απερρίφθη η Προσφυγή υπ’. αρ. 1159/2012, δια της οποίας ζητείτο η ακύρωση της Απόφασης των Εφεσιβλήτων η οποία εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης και η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο κατά ή περί την 25/5/2012, με την οποία διόρισαν το Ενδιαφερόμενο Μέρος (εφεξής ΕΜ) στη μόνιμη θέση Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου, αναδρομικά από τις 20/11/2002 αντί του Εφεσείοντα.
Ο Εφεσείων με την παρούσα Έφεση προέβαλε τρεις Λόγους Έφεσης.
Με το Λόγο Έφεσης 1 προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι κατά την επανεξέταση που διενεργήθηκε οι Εφεσίβλητοι δεν παραβίασαν το ακυρωτικό δεδικασμένο. Με το Λόγο Έφεσης 2 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι η αξιολόγηση των υποψηφίων έγινε με τρόπο που δεικνύει δέουσα έρευνα και ύπαρξη αιτιολογίας. Μέσω του Λόγου Έφεσης 3 προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, κρινόμενη συνολικά, «απαντά» με ικανοποιητικό τρόπο τις εισηγήσεις και ότι παρουσιάζει με σφαιρικό τρόπο τη διεργασία σκέψης ως προς τα προσόντα και πλεονέκτημα σε συνάρτηση με το Σχέδιο Υπηρεσίας.
Όπως αναφέρει το Ανώτατο, όπως και πρωτόδικα έτσι και στο πλαίσιο ανάπτυξης του Λόγου Έφεσης 1 ο Εφεσείων παραπονείται ότι, κατά πλήρη παραγνώριση και κατά παράβαση του ακυρωτικού δεδικασμένου, οι Εφεσίβλητοι, επαναλαμβάνοντας το ίδιο σφάλμα, παρέλειψαν και πάλι να ερμηνεύσουν και να προκαθορίσουν το περιεχόμενο των εννοιών «υπεύθυνη θέση», «διοικητική πείρα», «εποπτική πείρα», «ανώτερη θέση» και «μακρά και ευδόκιμη πείρα», ώστε κατά το στάδιο της αξιολόγησης των υποψηφίων να μπορεί να γίνει ο αναγκαίος συσχετισμός τους με τα προσόντα τους κατά ίσο και αντικειμενικό τρόπο.
Αναφέρει ότι όπως προκύπτει από το πρακτικό στην επίδικη απόφαση, παρατίθενται αναλυτικά και με λεπτομέρεια οι λόγοι για τους οποίους τόσο το ΕΜ όσο και ο Εφεσείων κρίθηκαν προσοντούχοι συμφώνως των προνοιών του Σχεδίου Υπηρεσίας. Ειδικότερα γίνεται πλήρης αναφορά σε συγκεκριμένα δεδομένα και στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη για την εν λόγω κατάληξη, όπως τα καθήκοντα των θέσεων που το ΕΜ υπηρέτησε, την πείρα και τη σταδιοδρομία του.
Το ότι δεν προσδιορίστηκαν και δεν καθορίσθηκαν εκ των προτέρων (a priori) oι έννοιες «υπεύθυνη θέση», «διοικητική και εποπτική πείρα», «μακρά και ευδόκιμη πείρα», ήτοι το νοηματικό τους εύρος, δεν μπορεί να ενέχει την επίπτωση που υποστηρίχθηκε εφόσον, στην προκείμενη περίπτωση, αφού παρατίθενται συγκεκριμένα στοιχεία και δεδομένα, εξηγούνται με κάθε λεπτομέρεια και αναλυτικά και στο πλαίσιο των πιο πάνω, ως εκ της διατύπωσης τους, απλών και άμεσα κατανοητών εννοιών, με σαφή αναφορά σε κάθε μια έννοια ξεχωριστά, οι λόγοι για τους οποίους κρίθηκε ότι το ΕΜ κατέχει το απαιτούμενο προσόν, καθώς και το πλεονέκτημα της παραγράφου (2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, αναφέρει το Δικαστήριο.
Προσθέτει ότι εξέταση του πρακτικού της επίδικης Απόφασης καταδεικνύει αυτό που και το πρωτόδικο Δικαστήριο υπογράμμισε, ήτοι το ότι η αξιολόγηση των υποψηφίων έγινε με τρόπο που δεικνύει δέουσα έρευνα και ύπαρξη επαρκούς και πλήρους αιτιολογίας, με αποτέλεσμα οι αιτιάσεις του Εφεσείοντα με τις οποίες υποστηρίχθηκε, μέσω των Λόγων Έφεσης 2 και 3, η αντίθετη θέση να στερούνται οποιουδήποτε ερείσματος.
Σημειώνει ότι όπως ορθά επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού γίνεται η επιλογή των τριών επικρατέστερων από τους δέκα, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Εφεσείων και το ΕΜ, παρατίθεται αναλυτική και πλήρης αιτιολογία γιατί το ΕΜ έχει τα προσόντα καθώς και το πλεονέκτημα της υπηρεσίας σε διευθυντική θέση, ως Διευθυντής του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Σε σχέση με το τελευταίο, αφού γίνεται αναφορά στις διάφορες θέσεις που υπηρέτησε, ήτοι από 1978 -1999 ως δημοσιογράφος, μόνιμος υπάλληλος στο Τμήμα Ειδήσεων του ΡΙΚ (Βοηθός Συντάκτης από 1978 – 1982, Ανώτερος Βοηθός Συντάκτης και Αναπληρωτής Υπεύθυνος Σύνταξης από 1989 -1999), εξηγούνται, περαιτέρω, τα καθήκοντα του ως Υπεύθυνος Σύνταξης και γιατί αυτά συνιστούν «διεκπεραίωση διοικητικών και εποπτικών καθηκόντων». Στο πλαίσιο αυτό καταγράφεται και το ότι το ΕΜ ήταν αναπληρωτής του Διευθυντή Ειδήσεων και ανώτερο στέλεχος του ΡΙΚ. Επιπλέον γίνεται αναφορά και στην κατοχή, από το Μάρτιο του 1999 και μετά την παραίτηση του ΕΜ από το ΡΙΚ και κατόπιν επιλογής, της θέσης του Διευθυντή του ΚΥΠΕ, ενός ημικρατικού οργανισμού.
Αφού ακολουθεί στη συνέχεια, πάντοτε στο πλαίσιο της επίδικης απόφασης, όπως υποδεικνύει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η λεπτομερής αναφορά και στους τρεις επικρατέστερους υποψηφίους στη βάση μιας πλήρους αξιολόγησης των προσόντων, πείρας και αξίας του καθενός σε συνάρτηση με τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου των Εφεσιβλήτων καταλήγει ότι το ΕΜ υπερείχε των υπολοίπων. Η κατάληξη αυτή γίνεται μέσω της παράθεσης των στοιχείων και δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη, και σε συνέχεια των όσων ήδη είχαν εκτεθεί και επεξηγηθεί, αναφέρει.
Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, προσθέτει, η οποία προσβάλλεται μέσω του Λόγου Έφεσης 3, ότι η επίδικη Απόφαση «κρινόμενη συνολικά και σε όλη της την εμβέλεια «απαντά» με ικανοποιητικό τρόπο τις εισηγήσεις και με σφαιρικό τρόπο παρουσιάζει πλήρως τη διεργασία σκέψης ως προς τα προσόντα και πλεονέκτημα, σε συνάρτηση με το Σχέδιο Υπηρεσίας, την κατοχή πρόσθετων προσόντων και υπεροχής σε πείρα αλλά και δίδει κατάλληλο έρεισμα ως προς το γιατί το ΕΜ κρίθηκε καταλληλότερος» μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους.
Σύμφωνα με το Ανώτατο, είναι προφανές από το πρακτικό της επίδικης Απόφασης ότι η όλη διεργασία που οδήγησε στην επιλογή του ΕΜ εκτίθεται με πάσα λεπτομέρεια και δίδεται πλήρης αιτιολογία γιατί επιλέχθηκε το ΕΜ αντί οι άλλοι υποψήφιοι.