Μεγάλη αύξηση παρουσιάζουν οι αποδόσεις των εγχώριων κρατικών ομολόγων τους τελευταίους μήνες, αντανακλώντας τις αυξήσεις των βασικών επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), επιβαρύνοντας έτσι το κόστος δανεισμού.
Κατά την τελευταία έκδοση της δέκατης σειράς (Οκτώβριος 2022) των Γραμματίων Δημοσίου 13 εβδομάδων, η μέση σταθμική απόδοση ανέβηκε στο 1,62%, από 1,08% τον Σεπτέμβριο και 0,43% τον Αύγουστο. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, οι αποδόσεις ήταν αρνητικές από τον Νοέμβριο του 2020 και επέστρεψαν σε θετικό πεδίο τον φετινό Απρίλιο
«Η αύξηση αυτή αντανακλά τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ που άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια λόγω του υψηλού πληθωρισμού, με τις αυξήσεις να αναμένονται να κορυφωθούν τον Μάρτιο του 2023 και να κυμανθούν μεταξύ 2,5% και 3%», ανέφερε στο ΚΥΠΕ ο Παναγιώτης Μαυρομιχάλης, χρηματοοικονομικός αναλυτής και εκτελεστικός σύμβουλος της Emergo Wealth.
«Άρα αναγκαστικά οι αποδόσεις των ομολόγων της κυπριακής κυβέρνησης θα είναι πάνω από αυτό το επίπεδο και εκτιμάται ότι θα κυμανθούν μέχρι το 3%», πρόσθεσε.
Τα Γραμμάτια Δημοσίου είναι βραχυπρόθεσμος δανεισμός και αποτελεί ένα από τα εγχώρια χρηματοδοτικά εργαλεία της Κυπριακής Δημοκρατίας και συνήθως ανανεώνονται από τους εγχώριους επενδυτές, κυρίως τις τράπεζες.
Το γεγονός ότι είναι εγχώριος και βραχυπρόθεσμος δανεισμός δίνει την ευχέρεια στο κράτος να τα διαθέτει σε σχετικά χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τα μακροπρόθεσμα ομόλογα που εκδίδονται στις διεθνείς αγορές, εξήγησε ο κ. Μαυρομιχάλης, προσθέτοντας ωστόσο ότι η τάση είναι ανοδική, αντανακλώντας την ευρύτερη ανοδική τάση των επιτοκίων.
Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, η απόδοση του κυπριακού 10ετούς ομολόγου στις δευτερογενείς αγορές βρίσκεται πάνω από το 4% με τη διαφορά (spread) από το γερμανικό 10ετές, που θεωρείται ως το σημείο αναφοράς, να βρίσκεται στις 196 μονάδες βάσης.
Υπενθυμίζοντας το τι συνέβη στη Βρετανία, όταν οι αγορές «τιμώρησαν» τις αποφάσεις της κυβέρνησης Τρας με μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές ελαφρύνσεις, ο κ. Μαυρομιχάλης επεσήμανε την ανάγκη της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
«Αν διαταράξουμε την πολιτική της δημοσιονομικής πειθαρχίας ενδεχομένως να μας τιμωρήσουν οι αγορές», είπε.
Σε αυτό το σημείο, ο κ. Μαυρομιχάλης αναγνώρισε πως οι κινήσεις του ΥΠΟΙΚ και του Γραφείου Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΓΔΔΧ) ήταν σωστές, αφού αξιοποίησε την προηγούμενη περίοδο των χαμηλών επιτοκίων επεκτείνοντας της λήξεις των κυπριακών ομολόγων, κλειδώνοντας έτσι χαμηλότερες αποδόσεις σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, η μέση σταθμική διάρκεια του χρέους της Κυπριακής Δημοκρατίας βρίσκεται στα 7,5 χρόνια.
«Αυτό είναι σημαντικό γιατί δεν αναμενόταν μια ξαφνική και επιθετική αύξηση των επιτοκίων», πρόσθεσε.
Τις ίδιες επισημάνσεις, εξάλλου έκανε και το ίδιο το Υπουργείο Οικονομικών, στην έκθεση δημοσιονομικών κινδύνων που συνοδεύουν τον κρατικό προϋπολογισμό για το 2023.
«Απαιτείται κάλυψη μεγαλύτερου μέρους των χρηματοδοτικών αναγκών μέσω μιας συντηρητικής δημοσιονομικής πολιτικής, ώστε να επιτευχθεί μείωση δημόσιου χρέους και περιορισμός στην ανάληψη νέων δανείων. Με δεδομένη την αύξηση των επιτοκίων, ο μόνος τρόπος συγκράτησης του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους είναι η επίτευξη του στόχου για μείωση του ίδιου του χρέους», αναφέρεται.
Επίσης, το ΥΠΟΙΚ σημειώνει πως, παρά το ότι το μεγαλύτερο μέρος του χρέους της Κυπριακής Δημοκρατίας φέρει σταθερά επιτόκια, μετριάζοντας έτσι σημαντικά τον επιτοκιακό κίνδυνο (μια απότομη αύξηση κόστους δανεισμού λόγω χρέους με κυμαινόμενο επιτόκιο) «οι αυξήσεις στο κόστος ανάληψης νέων δανείων αναμένεται να οδηγήσουν σταδιακά σε ουσιαστική αύξηση του μέσου κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους».
«Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να μετριασθεί μόνο με αυξημένη κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών από δημοσιονομικά πλεονάσματα γεγονός που προϋποθέτει την υλοποίηση συντηρητικής δημοσιονομικής πολιτικής», τονίζει.
Όφελος για τις τράπεζες
——
Εξάλλου, ο κ. Μαυρομιχάλης είπε πως παρά την αύξηση των αποδόσεων, τα επιτόκια καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα θα παραμείνουν χαμηλά, λόγω της μεγάλης ρευστότητας που υπάρχει στο σύστημα, ενώ τα επιτόκια δανείων θα ακολουθήσουν την ανιούσα λόγω του Euribor, που εκτιμάται να φτάσει στο 2,5%.
«Συνεπώς αυξάνεται το καθαρό επιτοκιακό εισόδημα (NII) και το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (NIM) των τραπεζών.
Επεσήμανε την κουλτούρα του Κύπριου να μην επενδύει τα ρευστά διαθέσιμα και να προτιμά να τα διατηρεί ως καταθέσεις στις τράπεζες, ενώ με την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων είναι πολύ δύσκολο να μετακινήσει κάποιος τις καταθέσεις του σε τράπεζες του εξωτερικού.
«Άρα είναι πολύ δύσκολο να αυξηθούν τα επιτόκια των καταθέσεων και αυτό λειτουργεί υπέρ των τραπεζών για τα επόμενα τρίμηνα, φτάνει να μην επηρεαστεί η δυνατότητα εξυπηρέτησης των δανείων τους», κατέληξε.