Είναι γεγονός ότι ένας από τους σημαντικότερους ίσως θεσμούς χρηματοδότησης και αρωγής σε χώρες που το έχουν ανάγκη εξαιτίας διαφόρων κρίσεων, εντός και εκτός ΕΕ, είναι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Πρόκειται για πακέτα χρηματοδότησης τα οποία δίνονται σε συγκεκριμένες χώρες κατόπιν ειδικών αιτημάτων και μετά από σχετικές εγκρίσεις, ώστε να υπογράφονται οι αντίστοιχες συμβάσεις με τις δανειολήπτριες χώρες, τηρώντας συγκεκριμένα Μνημόνια δημοσιονομικής προσαρμογής για την σωστή αξιοποίηση αλλά και επιστροφή των χρημάτων σε ένα βάθος χρόνου.
Την διαδικασία αυτή την ζήσαμε και στην Ελλάδα, καθώς το ΔΝΤ συμμετείχε από το 1ο Μνημόνιο βάζοντας συγκεκριμένους όρους περικοπής δαπανών. Μετά από αρκετά χρόνια, συγκεκριμένοι αξιωματούχοι, παραδέχθηκαν το λάθος τους, καθώς δεν εκτίμησαν σωστά τα δεδομένα της ελληνικής οικονομίας και δεν είδαν τις συνέπειες των άμεσων περικοπών στην κατά κεφαλή κατανάλωση, την βιομηχανική παραγωγή και την παραγωγικότητα.
Μπορεί λοιπόν να έχει περάσει πάνω από μία δεκαετία από την περιπέτεια της Ελλάδας, όμως τώρα το ΔΝΤ έρχεται με τον ρόλο του θεσμικού εταίρου να κάνει συγκεκριμένες εισηγήσεις προς την Δύση, την ΕΕ και γενικά την παγκόσμια οικονομία, για την μεγάλη ενεργειακή κρίση που έχει προκύψει μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Επί της ουσίας οι προτάσεις που κάνει το ΔΝΤ για να αποφευχθεί η ενεργειακή φτώχεια αλλά και η επικείμενη επισιτιστική κρίση, είναι μία και μοναδική.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, προτείνει να σταματήσουν τα μέτρα στήριξης σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μέσω επιδοτούμενων λογαριασμών ή φορολογικών απαλλαγών και να περάσει το σύνολο του επιπλέον κόστους στον τελικό καταναλωτή.
Με αυτό τον τρόπο το ΔΝΤ πιστεύει πως θα μειωθεί άμεσα η κατανάλωση ενέργειας και θα επανέλθουν σταδιακά οι τιμές σε πιο φυσιολογικά επίπεδα, άρα δεν θα απαιτηθεί να περιμένει κανείς μέχρι το τέλος του πολέμου για να δει την όποια κανονικότητα.
Πρόκειται σαφώς για μία άποψη αρκετά απλοϊκή ίσως και αφελή για τα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας και αυτό γιατί, η ζήτηση για την ενέργεια είναι σε μεγάλο βαθμό ανελαστική, όπως και η κατανάλωσή της, η οποία είναι αδύνατο να μειωθεί πέρα από ένα συγκεκριμένο ποσοστό ανά νοικοκυριό ή επιχείρηση, εκτός και θεωρούμε τους θανάτους που θα προκληθούν από την μείωση κατανάλωσης ως εξοικονόμηση και το λουκέτο των χιλιάδων επιχειρήσεων ως αποτελεσματικό μηχανισμό της αγοράς.
Σε κάθε περίπτωση, καλό θα ήταν οι ιθύνοντες και οικονομολόγοι του ΔΝΤ, να καταθέτουν πιο σοβαρές προτάσεις για τον περιορισμό των επιπτώσεων μίας τόσο σοβαρής κρίσης, καθώς πρώτα από όλα ο ίδιος ο καπιταλισμός διδάσκει, πως σε έντονες περιόδους κρίσης, ύφεσης ή στασιμοπληθωρισμού, η αυτόματη διόρθωση της αγοράς δεν λειτουργεί και απαιτούνται στοχευμένες δημοσιονομικές παρεμβάσεις, προς ανακούφιση και ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός
in.gr