Kατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υιοθέτησαν πρωτοφανή δημοσιονομικά μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Ενώ η δημοσιονομική πολιτική είναι ευρέως αποδεκτή ως αποτελεσματικό εργαλείο αντικυκλικής πολιτικής, λίγα είναι γνωστά για την αποτελεσματικότητά της σε περιβάλλον κρίσης με εκτεταμένη εφαρμογή περιοριστικών μέτρων (όπως τα lockdowns). Ακόμη λιγότερα είναι γνωστά για την αποτελεσματικότητα των διαφορετικών εργαλείων δημοσιονομικής πολιτικής σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Στο άρθρο αυτό παρουσιάζουμε συνοπτικά τα αποτελέσματα της πρόσφατης μακροοικονομικής μας μελέτης πάνω σε αυτό το ζήτημα.
Χτίζοντας μια νέα βάση τριμηνιαίων δεδομένων, εξετάσαμε τον αντίκτυπο των δημοσιονομικών μέτρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας COVID-19 στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ), την καταναλωτική εμπιστοσύνη και τον πληθωρισμό σε 12 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Με άλλα λόγια, αναλύσαμε ποιοι από τους διαφορετικούς τύπους δημοσιονομικών απαντήσεων που υιοθετήθηκαν συνέβαλαν στον μετριασμό των οικονομικών απωλειών και στην αποκατάσταση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, καθώς και ποια μέτρα τυχόν συνέβαλαν σε αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις.
Αντλήσαμε στοιχεία κυρίως από τρεις πηγές: (α) τη βάση δεδομένων «Fiscal Monitor» για τα δημοσιονομικά μέτρα των χωρών ως απάντηση στην πανδημία του COVID-19 από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), β) την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα ευρωπαϊκά μέτρα για τον COVID-19 και (γ) την έκθεση σχετικά με τα μέτρα πολιτικής για τον COVID-19 της δεξαμενής σκέψης Bruegel, με έδρα τις Βρυξέλλες. Χρησιμοποιήσαμε επίσης εθνικές πηγές για ορισμένες χώρες για να ξεπεράσουμε προβλήματα διαθεσιμότητας δεδομένων όταν, για παράδειγμα, η βάση δεδομένων του ΔΝΤ αναφέρει μόνο το μέτρο πολιτικής χωρίς το ύψος της σχετικής δαπάνης. Η βάση δεδομένων μας περιλαμβάνει τις χώρες της ΕΕ για τις οποίες βρήκαμε τις σχετικές πληροφορίες για το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020, καθώς επίσης και για το πρώτο τρίμηνο του 2021.
Η καινοτομία της έρευνας έγκειται στη συλλογή και ταξινόμηση των επιμέρους μέτρων που ελήφθησαν στις ακόλουθες κατηγορίες:
(1) Ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων,
(2) Μέτρα για τον μετασχηματισμό της οικονομίας,
(3) Άμεσες δαπάνες για την πανδημία (π.χ. υγειονομική περίθαλψη),
(4) Μεταβιβαστικές πληρωμές σε νοικοκυριά,
(5) Επιδόματα ανεργίας και μέτρα για τη διατήρηση της απασχόλησης,
(6) Γενικευμένη ενίσχυση, π.χ. μέσω φοροαπαλλαγής ή μειώσεων στις εισφορές (“universal help”),
(7) Άλλες κρατικές δαπάνες για την πανδημία που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω κατηγορίες.
Οι χώρες της ΕΕ που περιλαμβάνονται στο δείγμα μας είναι: Βέλγιο, Βουλγαρία, Δημοκρατία της Τσεχίας, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία και Σουηδία. Για την Πορτογαλία τα στοιχεία αφορούν μόνο τον Ιούνιο του 2021, ενώ για την Πολωνία αντιμετωπίσαμε αρκετά προβλήματα με τα στοιχεία των προηγούμενων τριμήνων. Επομένως, παραλείψαμε αυτές τις δύο χώρες από την οικονομετρική ανάλυση.
Όλες οι χώρες εκτός από τη Βουλγαρία δαπάνησαν περισσότερο από το μισό της έκτακτης δημοσιονομικής δαπάνης για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (βλ. Σχήμα 1). Όσον αφορά τα δημοσιονομικά μέτρα για τον μετασχηματισμό της οικονομίας, ξεχωρίζει η περίπτωση της Ισπανίας (με ποσοστό 17% επί της συνολικής δαπάνης), ακολουθούμενη από τη Γαλλία και την Πολωνία (και οι δύο γύρω στο 11%). Στην κατηγορία των αμέσων δαπανών για την πανδημία, πρέπει να αναφέρουμε τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τη Φινλανδία (με ποσοστά περίπου 17%, 15% και 12%, αντίστοιχα). Όλες οι χώρες του δείγματος αφιέρωσαν μέρος των επιπλέον δαπανών για τη χρηματοδότηση των επιδομάτων ανεργίας και των μέτρων για τη διατήρηση των ποσοστών απασχόλησης. Η Βουλγαρία παρουσιάζει το υψηλότερο μερίδιο (26%), ακολουθούμενη από την Πορτογαλία (21%%) και την Πολωνία (19%). Σε αντίθεση ενδεχομένως με τη γενική εντύπωση, οι μεταβιβάσεις προς τα νοικοκυριά δεν χρησιμοποιήθηκαν ευρέως. Τα υψηλότερα ποσοστά παρατηρούνται στη Βουλγαρία και τη Φινλανδία (περίπου 18% και 6%, αντίστοιχα). Άλλες οκτώ χώρες διέθεσαν μόνο κάτω από το 2% των συνολικών δαπανών σε αυτήν την κατηγορία. Τέλος, στην κατηγορία της γενικευμένης ενίσχυσης, που περιλαμβάνει και τις φοροαπαλλαγές, παρατηρούμε πολύ υψηλό μερίδιο στη Δανία (κοντά στο 40%), ενώ τα μερίδια για άλλες οικονομίες είναι πολύ κάτω από το 15% και για ορισμένες οικονομίες όπως η Ιταλία, η Πολωνία, Ισπανία, Σουηδία και Ολλανδία τα μέτρα αυτά ήταν σχεδόν μηδενικά. Συνολικά, οι περισσότερες χώρες του δείγματός μας μετατόπισαν με την πάροδο του χρόνου τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης προς την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Σημείωση: Assistance to SMEs and Specific Sectors = (1), Fiscal Measures Targeted to Transform the Economy = (2), Spending Caused by the Pandemic = (3), Transfers to Households = (4), Unemployment Benefits & Measures to Sustain Employment = (5), Universal Help = (6), Other = (7).
Στη συνέχεια, εξετάσαμε τον ρόλο που έπαιξε η επιλογή δημοσιονομικής απάντησης των χωρών για την οικονομική ανάκαμψη και την ανάκαμψη του κλίματος στην Ευρώπη, λαμβάνοντας υπόψη στην οικονομετρική ανάλυση έναν δείκτη της αυστηρότητας των περιοριστικών μέτρων που επεβλήθησαν καθώς και τον αριθμό των θανάτων λόγω COVID-19 ανά εκατομμύριο κατοίκους. Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι, κατά μέσο όρο, τα δημοσιονομικά μέτρα συνέβαλαν θετικά στην πορεία οικονομικής ανάκαμψης χωρίς να δημιουργήσουν σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις. Για τις χώρες της ΕΕ του δείγματός μας, ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής που σχετίζεται με τις συνολικές δαπάνες για τον COVID-19 προκύπτει πως είναι μικρότερος της μονάδας.
Ωστόσο, υπάρχει σημαντική ετερογένεια όσον αφορά τα διάφορα δημοσιονομικά μέτρα. Το ύψος του πολλαπλασιαστή που συνδέεται με την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων κυμαίνεται σε παρόμοιο εύρος με τον πολλαπλασιαστή των συνολικών δαπανών. Αντίθετα, λαμβάνουμε πολλαπλασιαστές μεγαλύτερους της μονάδας για (α) τις άμεσες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, (β) τα μέτρα για τον μετασχηματισμό της οικονομίας και (γ) τα επιδόματα ανεργίας και τα μέτρα για τη διατήρηση των επιπέδων απασχόλησης. Για τις μεταβιβαστικές πληρωμές προς τα νοικοκυριά, οι εκτιμώμενοι πολλαπλασιαστές είναι στατιστικά μη σημαντικοί. Ωστόσο, η εκτιμωμένη επίδρασή τους στην καταναλωτική εμπιστοσύνη είναι θετική. Τέλος, η γενικευμένη ενίσχυση, π.χ. μέσω φοροαπαλλαγής ή μειώσεων στις εισφορές (“universal help”), είχε μόνο θετικές επιπτώσεις στον πληθωρισμό και όχι στα πραγματικά μεγέθη της οικονομίας.
Συμπερασματικά, η μελέτη παρέχει κατευθυντήριες γραμμές για μια επιτυχημένη δημοσιονομική απάντηση σε περιόδους μιας τέτοιας κρίσης. Η ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι άμεσες δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, καθώς και τα επιδόματα ανεργίας και τα μέτρα για τη διατήρηση της απασχόλησης είναι τα δημοσιονομικά εργαλεία που φαίνεται να έχουν τονώσει την οικονομική δραστηριότητα χωρίς να επιφέρουν σημαντικές πληθωριστικές πιέσεις.
* Η Ευγενία Βέλλα είναι Επίκουρη Καθηγήτρια στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Ερευνήτρια στο ΕΛΙΑΜΕΠ και στο Fundació MOVE της Βαρκελώνης.
* Η Εύη Παππά είναι καθηγήτρια στο Universidad Carlos III de Madrid, ερευνητικός συνεργάτης του Κέντρου Έρευνας Οικονομικής Πολιτικής (CEPR) και μέλος της Euro Area Business Cycle Dating Committee. Υπηρετεί ως co-editor του European Economic Review και ως associate editor των Economic Journal, Journal of International Economics, BE Journal of Macroeconomics και Journal of the Spanish Economic Association.
Η μελέτη που συνέγραψαν από κοινού με τον Andrey Ramos (Universidad Carlos III de Madrid) είναι διαθέσιμη εδώ. Έλαβε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση (DG Internal Policies of the Union Directorate A). Οι απόψεις που εκφράστηκαν δεν αντιπροσωπεύουν την επίσημη θέση της αναθέτουσας αρχής.