Σίγουρα κανένας μας δεν νοιώθει ικανοποιημένος με τον τρόπο που διαχειρίστηκε το ΝΑΤΟ τις αντιδράσεις της Τουρκίας στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στους κόλπους του. Αντί, οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ να τηρήσουν μια στάση αρχής και να πιέσουν την Τουρκία να δώσει τη συγκατάθεση της, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, μπήκαν σε διάλογο μαζί της και τελικά ικανοποίησαν σε μεγάλο βαθμό τις απαιτήσεις της.
Το αποτέλεσμα του Ανατολίτικου παζαριού στο οποίο οδήγησε τα πράγματα ο Ερντογάν, ήταν να γίνουν αποδεκτές οι απαιτήσεις της Τουρκίας και να υπογραφεί Μνημόνιο από την Τουρκία, τη Σουηδία και τη Φινλανδία για καταπολέμηση της τρομοκρατίας.
Με αυτό το παιχνίδι, ο Ερντογάν αποδέχθηκε την ένταξη των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ. Επιπρόσθετα, ο Ερντογάν εξασφάλισε το πράσινο φως από τις ΗΠΑ για εκσυγχρονισμό των αεροπλάνων F-16.
Αξιολογώντας όλο το σκηνικό που στήθηκε στη Μαδρίτη, παρατηρούμε ότι η Άγκυρα με πρόσχημα την τρομοκρατία προσπάθησε και εξασφάλισε οφέλη από το ΝΑΤΟ. Και αυτό σε μια περίοδο που η Τουρκία βρίσκεται διεθνώς στο μάτι του κυκλώνα λόγω της στάσης της απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις προκλήσεις της στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Είναι φανερόν ότι το ΝΑΤΟ εστίασε μόνο στην ανάγκη που έχει την Τουρκία στην περιοχή κι όχι στη συνέπεια αυτής της χώρας προς τις αρχές της Συμμαχίας και του διεθνούς δικαίου. Με άλλα λόγια, το ΝΑΤΟ έκανε εκπτώσεις προς τον Ερντογάν, κάτι που ο Τούρκος Πρόεδρος επιδίωξε και κατάφερε. Άλλωστε, αυτή είναι πάγια τακτική της Τουρκίας στα διάφορα διεθνή σώματα που συμμετέχει.
Το ερώτημα είναι πως διαχειριζόμαστε εμείς, Κύπρος και Ελλάδα, αυτές τις εξελίξεις; Θα μείνουμε θεατές στις εκάστοτε προσχηματικές ενέργειες της Άγκυρας μέσω των οποίων εξασφαλίζει οφέλη που στο τέλος βλάπτουν και τα ελληνικά συμφέροντα;
Η Αθήνα απάντησε σ’ αυτές τις εξελίξεις με επίσημο αίτημα για να προμηθευτεί τα σύγχρονα αεροσκάφη F-35. Η Λευκωσία, δια του Προέδρου Αναστασιάδη, είπε στη Μαδρίτη ότι είναι έτοιμη για διάλογο με σκοπό την επίλυση του κυπριακού για να διασφαλιστεί η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή, κάτι που επιδιώκει και το ΝΑΤΟ.
Από τώρα γνωρίζουμε ότι αυτά που ζητούν η Αθήνα και η Λευκωσία δεν είναι εύκολο να επιτευχθούν. Διότι και για τα δύο θέματα θα φέρει ένσταση η Άγκυρα. Αποκλείεται να δεχθεί να δοθούν αεροσκάφη F-35 στην Ελλάδα, όταν η ίδια αποκλείστηκε από το εν λόγω πρόγραμμα επειδή παρήγγειλε τους ρωσικούς πυραύλους S-400 και αποκλείεται να συναινέσει σε βιώσιμη και λειτουργική λύση το κυπριακό.
Η εικόνα, λοιπόν, θα παραμείνει ως έχει με την Τουρκία να κερδίζει πόντους και εμάς να ψάχνουμε τρόπους αντιμετώπισης της.
Ενόψει αυτών των διαπιστώσεων, Λευκωσία και Αθήνα ίσως θα πρέπει να ξαναδούν τις πολιτικές και στρατηγικές τους, ειδικά στο νέο γεωπολιτικό τοπίο που τώρα δημιουργείται. Ίσως, θα πρέπει να επιδιώξουν περισσότερα από τους εταίρους μας στην Ε. Ένωση και τις ΗΠΑ. Ίσως, θα πρέπει να εκθέσουμε περισσότερο τις τουρκικές μεθοδεύσεις στην Ευρώπη και στο ΝΑΤΟ. Ίσως, επιβάλλεται να αλλάξουμε ρότα στην προσέγγιση των εθνικών θεμάτων. Ίσως, είναι ανάγκη να δούμε εξ’ αρχής τις δυνατότητες αναβάθμισης της διεθνούς θέσης της Κύπρου.
Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ έφερε πολλά νέα συμπεράσματα ενώπιον μας. Ας τα αξιολογήσουμε με καθαρότητα, χωρίς ευσεποθισμούς και με αποφασιστικότητα.
Και αυτό, διότι δεν μπορεί πλέον να γίνει ανεκτή η συνεχής στήριξη της Τουρκίας, τη στιγμή που είναι ο κύριος παράγοντας αστάθειας στην περιοχή μας.
Λευκωσία και Αθήνα, λοιπόν, οφείλουν να ενδιατρίψουν σε βάθος σε όλα όσα (φανερά ή κρυφά) έγιναν στη Μαδρίτη και ανάλογα να ενεργήσουν.
Ι. Ιωσήφ