Σε νέα υψηλά εκτινάχθηκε ο πληθωρισμός στην Τουρκία, που τον Μάρτιο διαμορφώθηκε στο 61,14%. Η απογείωση σε νέο υψηλό εικοσαετίας, καθιστά την τουρκική λίρα πιο ευάλωτη στερώντας το νόμισμα από ένα απόθεμα ασφαλείας έναντι των sell-off της αγοράς.
Ο δείκτης τιμών καταναλωτή του Μαρτίου ήταν ελαφρώς πιο χαμηλά από τη μέση εκτίμηση των οικονομολόγων και πάνω από 54,4% του Φεβρουαρίου. Σε μηνιαία βάση, οι τιμές καταναλωτή αυξήθηκαν 5,46%, ανέφερε η Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία. Ο δείκτης τιμών παραγωγού σημείωσε άνοδο 9,19% σε μηνιαία βάση τον Μάρτιο, και ετήσια άνοδο 114,97%.
Την περαιτέρω αύξηση του πληθωρισμού τον Μάρτιο τροφοδότησαν οι αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και των εμπορευμάτων λόγω της σύγκρουσης Ρωσίας-Ουκρανίας.
Το κόστος των τροφίμων, που αποτελεί περίπου το ένα τέταρτο του καλαθιού του πληθωρισμού της Τουρκίας, αυξήθηκε 70% ετησίως, ενώ το κόστος ενέργειας αυξήθηκε σχεδόν 103%.
Ακόμη και πριν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στείλει στα ύψη το κόστος της ενέργειας, η Τουρκία αντιμετώπιζε ήδη τον υψηλότερο πληθωρισμό από τότε που το κόμμα του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανέλαβε την εξουσία πριν από σχεδόν δύο δεκαετίες. Μάλιστα το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης έχει πλήξει τον Τούρκο ηγέτη στις δημοσκοπήσεις. Ωστόσο, ο Ερντογάν, που τάσσεται κατά της αύξησης των επιτοκίων, αρνήθηκε να επιτρέψει στην κεντρική τράπεζα της χώρας να αυξήσει τα επιτόκια.
Το πρωί της Δευτέρας η λίρα διαπραγματευόταν 0,1% χαμηλότερα, με την ισοτιμία να διαμορφώνεται στις 14,7074 λίρες ανά δολάριο. Μέχρι στιγμής φέτος έχει απώλειες 9,5%.
«Τα στοιχεία για τον πληθωρισμό υπογραμμίζουν την επισφαλή κατάσταση της λίρας φέτος. Μια κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία θα έπληττε το νόμισμα μέσω της αύξησης του κόστους των εισαγωγών, ενώ ο τερματισμός της σύγκρουσης θα μπορούσε να ασκήσει πίεση από τα υψηλότερα επιτόκια παγκοσμίως. Η αδυναμία της κεντρικής τράπεζας να αυξήσει τα επιτόκια μεγεθύνει τους κινδύνους», σχολιάζει το Bloomberg Economics.