Του Μιχάλη Ψύλου
H Ευρωπαϊκή Ενωση σχεδιάζει να επιβάλει αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας ,σε σχέση με εκείνες που είχαν επιβληθεί το 2014 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα» σύμφωνα με εμπιστευτική έκθεση της Γερμανικής πρεσβείας στις Βρυξέλλες, την οποία έχει στη διάθεση του το περιοδικό Der Spiegel. «Η έκθεση δεν αποκαλύπτει το είδος των κυρώσεων, καθώς τέτοιες πληροφορίες υπόκεινται σε ειδικά μέτρα εμπιστευτικότητας για να αποτραπούν αντί-μετρα, πριν από τη λήψη επισήμως της απόφασης και την έναρξη ισχύος των κυρώσεων», γράφει το γερμανικό περιοδικό.
Την απάντηση της ΕΕ στο ενδεχόμενο ρωσικής στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία εξέτασαν χθες στις Βρυξέλλες οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ, σε βιντεο-διάσκεψη με τον Αμερικανό ομόλογό τους ,Αντονι Μπλίνκεν, χωρίς όμως να γίνουν γνωστές πολλές λεπτομέρειες.
Σύμφωνα με την έκθεση, «η Λιθουανία και άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Βουλγαρίας, της Ρουμανίας και της Δανίας, είχαν ζητήσει την επιβολή πρόσθετων κυρώσεων την περασμένη Δευτέρα ,σε ομάδα εργασίας εκπροσώπων των κρατών μελών της ΕΕ. Οι υποστηρικτές των πρόσθετων κυρώσεων, ήθελαν να προστεθούν τα ονόματα άλλων πέντε ατόμων ή ρωσικών οργανισμών στη λίστα που υπήρξε, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία στις αρχές του 2014 και από τότε διευρύνεται συνεχώς.
Ο εκπρόσωπος της Γερμανίας διατύπωσε αρχικά επιφύλαξη μαζί με την Ιταλία και τη Φινλανδία, συνεχίζει το έγγραφο. Ως εκ τούτου, το Βερολίνο, η Ρώμη και το Ελσίνκι δήλωσαν ότι υπάρχει ακόμη ανάγκη να εξεταστεί περαιτέρω το θέμα.
«Η Γερμανία δέχεται πιέσεις από τους εταίρους της ΕΕ και τις ΗΠΑ να τοποθετηθεί πιο ξεκάθαρα ενάντια στη Ρωσία στη σύγκρουση. Μέχρι στιγμής, το Βερολίνο έχει απορρίψει μέτρα όπως ο πιθανός αποκλεισμός της Ρωσίας από το διεθνές σύστημα πληρωμών Swift ή η διακοπή του έργου του αγωγού Nord Stream 2 – κυρίως λόγω φόβου για τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, που είναι σημαντικές για τη Γερμανία», γράφει το Spiegel.
Ο Ντμίτρι Ντόλγκιν, επικεφαλής οικονομολόγος της ING Bank Eurasia, λέει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα μπορούσαν να επιβάλουν στη Ρωσία μέτρα, όπως η παρεμπόδιση της πρόσβασης ρωσικών εταιρειών σε ξένη χρηματοδότηση, απαγόρευση σε δυτικά κεφάλαια να αγοράζουν κρατικά χρέη, που θα κόστιζε στη Ρωσία 10 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Επίσης τη διακοπή πρόσβασης στο σύστημα πληρωμών Swift, γεγονός που θα καθιστούσε πολύ πιο δύσκολο για τη Ρωσία να εισπράξει πληρωμές για 535 δισεκατομμύρια δολάρια σε εξαγωγές ετησίως.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πολύ περισσότερα να χάσει από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια ενδεχόμενη σύγκρουση με τη Ρωσία και αυτό εξηγεί, εν μέρει, γιατί οι δυτικοί σύμμαχοι δυσκολεύονται να συμφωνήσουν σε μια σκληρή στάση στην αντιπαράθεση για την Ουκρανία.
Η Ευρώπη δεν θέλει φυσικά μια σύγκρουση στα σύνορά της, αλλά οι λόγοι που κάνουν τη Γηραιά Ηπειρο να διστάζει απέναντι στη Μόσχα είναι ουσιαστικά οικονομικοί και εμπορικοί: Η Ρωσία και η Ευρώπη έχουν πολύ περισσότερους εμπορικούς δεσμούς από τις Ηνωμένες Πολιτείες και η αλληλεξάρτηση στον ενεργειακό τομέα από μόνη της παίζει πρωτεύοντα ρόλο.
Η ενέργεια είναι το μεγαλύτερο σημείο τριβής σε περίπτωση ουκρανικής σύγκρουσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι καθαρός εξαγωγέας ενέργειας, αλλά η ΕΕ βασίζεται στις εισαγωγές και η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής της, τόσο σε πετρέλαιο όσο και σε φυσικό αέριο. «Αν η Μόσχα διακόψει τη ροή φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, σε 10 ημέρες οι Ευρωπαίοι θα παγώσουν, το ίδιο και η οικονομία», τονίζει στη «Ν» ευρωπαϊκή πηγή στις Βρυξέλλες. Ηδη, με τη Μόσχα να καθυστερεί τις προμήθειες φυσικού αερίου τους τελευταίους μήνες, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας έχει τριπλασιαστεί σε ολόκληρη την ήπειρο. Όταν μάλιστα οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι η τιμή του μαύρου χρυσού θα ξεπεράσει τα 100 δολάρια μέσα στο 2022, μια κρίση με τη Ρωσία θα υπονόμευε την ανάπτυξη και θα απογείωνε τον πληθωρισμό.
«Εάν επιβάλλονταν κυρώσεις στη Ρωσίας ή εάν η Μόσχα χρησιμοποιούσε τις εξαγωγές φυσικού αερίου ως μοχλό, οι τιμές στην Ευρώπη πιθανότατα θα αυξάνονταν. Πιστεύουμε ότι θα ξεπερνούσαν κατά πολύ τα περυσινά υψηλά», λέει ο αναλυτής της Capital Economics, Γουίλιαμ Τζάκσον.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οιεσδήποτε κυρώσεις κατά της Μόσχας σε αυτόν τον τομέα, θα ωφελήσουν επίσης τους Αμερικανούς εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Το παράδειγμα της Κριμαίας
Η Ρωσία είναι ο πέμπτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ και ο κύριος προμηθευτής ενέργειας, ενώ για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μόλις μεταξύ των πρώτων 30. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν περισσότερα να χάσουν καθώς έχουν επενδύσει περισσότερα στη Ρωσία από τις αντίστοιχες αμερικανικές και το χάσμα έχει διευρυνθεί τα τελευταία χρόνια. Οι εισαγωγές/εξαγωγές ανάμεσα στις δύο πλευρές είναι πολύ ισχυρότερες από αυτές μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας. Η Μόσχα είναι επίσης σημαντικός εξαγωγέας αλουμινίου, νικελίου, χάλυβα και λιπασμάτων.
Σε ότι αφορά τις επενδύσεις επίσης, η Ρωσία αντλεί χρήματα από ευρωπαϊκές εταιρείες ,όπως η Ikea, η Royal Dutch Shell και η Volkswagen. Για το λόγο αυτό, οι Ευρωπαίοι διστάζουν να επιβάλουν κυρώσεις κατά της Μόσχας, γιατί κάτι τέτοιο ένα πολύ ευαίσθητο θέμα για τις ευρωπαϊκές χώρες.
Οι ευρωπαϊκοί δισταγμοί έχουν την εξήγησή τους και από την εμπειρία του τι συνέβη μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η ΕΕ συμφώνησαν σε ένα καθεστώς αντιποίνων. Τρία χρόνια αργότερα, μια μελέτη του Ινστιτούτου του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία διαπίστωσε ότι ενώ η Ρωσία υπέστη τις μεγαλύτερες εμπορικές απώλειες, η Γερμανία είχε επίσης σημαντικές συνέπειες. Αλλες ευρωπαϊκές οικονομίες επηρεάστηκαν επίσης. Όπως γράφει η ισπανική El Pais, «η νέα παγκόσμια τάξη πραγμάτων δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στη διπολική στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου ή στην εξουσία των Ηνωμένων Πολιτειών.