Της Βάσως Βεγίρη
Με ολική επαναφορά της ζήτησης κλείνει το 2021 η Τσιμισκή, ο υπ’ αριθμόν ένα δημοφιλής εμπορικός δρόμος της Θεσσαλονίκης, όπου πλέον τα άδεια καταστήματα αποτελούν παρελθόν, βρίσκονται σε εξέλιξη νέες ανακατατάξεις και καταγράφεται ζήτηση τόσο από ξένες αλυσίδες όσο και από ελληνικές εμπορικές επιχειρήσεις, παρά τα νέα δεδομένα που έχει επιφέρει για τα φυσικά καταστήματα η αύξηση του ηλεκτρονικού εμπορίου κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Οι πρόσφατες τοποθετήσεις της τουρκικής αλυσίδας εσωρούχων Penti και της εταιρείας καλλυντικών WABI Beauty αποτελούν τους πιο νέους «κρίκους» στην εξελισσόμενη αλυσίδα ανακατατάξεων στον πιο εμπορικό δρόμο της συμπρωτεύουσας και ακολουθούνται, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν» από την κτηματαγορά, και από άλλες νέες τοποθετήσεις.
Η μεν τουρκική Penti (σ.σ.: θεωρείται leader στο γυναικείο εσώρουχο και στο beachwear στην Τουρκία με 400 καταστήματα), που ξεκίνησε το «ντεμπούτο» της στην ελληνική αγορά από την Αλεξανδρούπολη λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, άνοιξε πρόσφατα κατάστημα στην Τσιμισκή 29, σχεδιάζει την ανάπτυξη συνολικά δέκα καταστημάτων στην Ελλάδα μέχρι το 2023 με συνολική επένδυση της τάξης των 2,5 εκατ. ευρώ και το 2022 προγραμματίζει να «κατηφορίσει» στην Αθήνα, όπου ήδη εξετάζει σημεία στο Χαλάνδρι, στην Ερμού και τη Γλυφάδα και σε εμπορικά κέντρα. Σύμφωνα, δε, με δηλώσεις στελεχών της, η επιδιωκόμενη επιτυχία της στην Ελλάδα θα της ανοίξει τον δρόμο και για την Ευρώπη. Στην Τσιμισκή 51 τέθηκε, επίσης, πρόσφατα σε λειτουργία κατάστημα της εταιρείας προϊόντων make up, καλλυντικών και αρωμάτων σε προσιτές τιμές WABI Beauty, σε συνέχεια της παρουσίας της στη Θεσσαλονίκη στις περιοχές της Τούμπας και της Νεάπολης.
Περαιτέρω, την Τσιμισκή επιλέγει εκ νέου για να αυξήσει την παρουσία του, αυτή τη φορά με πολυκατάστημα ανδρικής ένδυσης, ο Όμιλος Πολυκαταστημάτων Κανελλόπουλος, ενώ επίσης στην Τσιμισκή, συγκεκριμένα στο νούμερο 56, ετοιμάζεται κατάστημα «Envie Shoes». Σημείο στον ίδιο δρόμο, στο μεταξύ, αναζητεί, σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», και μεγάλη ισπανική αλυσίδα ένδυσης (σ.σ.: όχι του Ομίλου Inditex, τα σήματα του οποίου είναι προ πολλού και δυνατά τοποθετημένα στην Τσιμισκή).
Ανάλογο ενδιαφέρον για την Τσιμισκή υπάρχει επίσης, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, και από ξένες αλυσίδες αθλητικής ένδυσης, ένας κλάδος που αύξησε διεθνώς πολύ τις πωλήσεις του στη διάρκεια της πανδημίας.
Παρελθόν αποτελούν τα άδεια καταστήματα
«Η εικόνα των άδειων καταστημάτων στην Τσιμισκή περνά πλέον στο παρελθόν. Η Τσιμισκή κρατά τελικά τις μισθώσεις και τις αξίες που είχε προ πανδημίας, καθώς μετά από μια ελαφρά πτώση η κατάσταση έχει πλέον εξισορροπηθεί», επισημαίνει σχετικά στη «Ν» ο γενικός διευθυντής του γραφείου Θεσσαλονίκης της Atria, Δημήτρης Τζιβράς. Δύο από τα προαναφερόμενα καταστήματα, εξάλλου, που πλέον θα φιλοξενήσουν νέα σήματα στον εν λόγω δρόμο ήταν ξενοίκιαστα για πέντε και για έξι μήνες αντίστοιχα.
Μεγάλη είναι, στο μεταξύ, και η ζήτηση που καταγράφεται από τους κτηματομεσίτες από πλευράς εταιρειών που ψάχνουν για μεγάλους γραφειακούς χώρους στη Θεσσαλονίκη, όπως επίσης και η ζήτηση χώρων για λειτουργία call centers.
Σε κάθε περίπτωση, όπως είθισται να γίνεται στις ελεύθερες οικονομίες, οι αγορές αυτορρυθμίζονται βάσει του πάγιου κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης και οι προαναφερόμενες ανακατατάξεις και κινητικότητα σηματοδοτούν έξοδο της αγοράς της Θεσσαλονίκης από την οικονομική παγωμάρα που επέφερε η πανδημία, παρά την ασθενική αγοραστική κίνηση στην πόλη λόγω των νέων υγειονομικών μέτρων αλλά και της ακρίβειας. Οι αγορές είθισται να διαμορφώνονται, εξάλλου, και οι επενδύσεις να γίνονται με το βλέμμα στο μέλλον και ο ανταγωνισμός για μια θέση στον ανέκαθεν κραταιό εμπορικό δρόμο της συμπρωτεύουσας είναι υπαρκτός και αυξανόμενος.
Σήμα κινδύνου για λουκέτα ΜμΕ
Καμπανάκι κινδύνου για λουκέτα μικρομεσαίων καταστημάτων στη Θεσσαλονίκη κρούουν άλλοι κύκλοι της αγοράς, λόγω των μειωμένων τζίρων και των υψηλών ενοικίων, κάνοντας λόγο για αδικαιολόγητες αυξήσεις μισθωμάτων σε μια περίοδο που οι τζίροι και τα εισοδήματα καθηλώνονται. Όπως επισημαίνουν, ιδιοκτήτες ακινήτων στο ιστορικό κέντρο βλέποντας τη συνεχιζόμενη ζήτηση από Ισραηλινούς κυρίως επενδυτές (σ.σ.: οι οποίοι αγοράζουν βιοτεχνικά κτήρια, καπναποθήκες, διαμερίσματα στην παραλία, ορόφους οικοδομών ή και ολόκληρες οικοδομές, που στη συνέχεια τα ανακαινίζουν και τα μισθώνουν ή τα μεταπωλούν), ζητούν αυξημένα μισθώματα ή τιμές πώλησης.